Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω  

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

αποθανών, -ούσα, -ό

     apothanón, -úsa, -ó     
deceased

     dισιίζd     

Ερμηνεία:

Αυτός που έχει αποθάνει, ο μακαριστός, ο αείμνηστος. Χρησιμοποιείται κυρίως σε νομικά ή επίσημα έγγραφα, (π.χ. ο αποθανών JohnPriestley– JohnPriestley deceased, τα προσωπικά αντικείμενα του αποθανόντος – the deceased personal effects)



Ετυμολογία:



Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:

Lee Shepherd, Ronan E O’Carroll, Eamonn Ferguson
BMC Med. 2014; 12: 131. Published online 2014 September 24. doi: 10.1186/s12916-014-0131-4
 
Sang Il Min, Seong Yup Kim, Yang Jin Park, Seung-Kee Min, Yon Su Kim, Curie Ahn, Sang Joon Kim, Jongwon Ha
J Korean Med Sci. 2010 August; 25(8): 1122–1127. Published online 2010 July 20. doi: 10.3346/jkms.2010.25.8.1122


Συνώνυμα:







© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Ωτορινολαρυγγολόγος, Οδοντίατρος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών


Άλλες λέξεις στην κατηγορία Ιατροδικαστική: